Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 2009

Αισθητική κριτική στον Χρήστο Γεωργίου από τον Άγγελο Βλάχο


(Στη φώτο ο Χρήστος Γεωργίου με τον Άγγελο Βλάχο το 1993 στο Δουβλίνο, κατά τη παρουσίαση του βιβλίου του Αγγ. Βλάχου "Ο Τσούφης" του οποίου την εικονογράφηση έχει κάνει ο Χρ. Γεωργίου)

Ο Άγγελος Βλάχος, με αφορμή την έκθεση του Χρήστου Γεωργίου το 1993 με τα ανάγλυφα αφιερώματα σε μεγάλους καλλιτέχνες στη Γκαλερί TITANIUM, είχε γράψει μια σύντομη αισθητική κριτική για τα έργα του καλλιτέχνη, η οποία φιλοξενείτε και στο ανάλογο βιβλίο εκείνης της έκθεσης. Την παραθέτω αυτούσια:


"Θαρρώ πως ένα από τα γνωρίσματα της γνήσιας τέχνης, ίσως το κυριότερο, είναι τούτο: ότι η «τεχνική» δηλ. τα μηχανικά μέσα που μεταχειρίστηκε ο καλλιτέχνης για να δημιουργήσει το έργο Τέχνης, είναι είτε αόρατη, είτε μόλις αντιληπτή.
Ο λόγος είναι ότι η τεχνική είναι μέσον και όσοι έχουν την έφεση να την προβάλουν ως δείγμα μαστοριάς, μένουν στο επίπεδο της πιστής αναπαράστασης και δεν υψώνονται στο ανώτερο επίπεδο της δημιουργίας, προνόμιο του καλλιτέχνη.
Στην εποχή μας μέγιστος ο αριθμός των εικαστικών καλλιτεχνών που έχουν λίγα χαρίσματα και, ίσως ασυνείδητα, προσπαθούν να τα προβάλλουν με το θράσος ακριβώς της ασυνειδησίας αυτής. Πάμπολλες επίσης, είναι αυτές οι εκθέσεις εικαστικών τεχνών από τις οποίες ο επισκέπτης βγαίνει με μια μεγάλη απορία που του δημιουργείται από την απουσία της αισθητικής συγκινήσεως, την απουσία «συμμετοχής» στο έργο του καλλιτέχνη που, ωσάν ερημίτης, αναχωρητής, προσεύχεται σ’ έναν θεό που μόνο εκείνος γνωρίζει, μόνο εκείνος πιστεύει και γι’ αυτό η προσευχή του είτε είναι δυσνόητη, είτε και ακατανόητη για τους άλλους, τους τρίτους.
Όμως και ο Χρήστος Γεωργίου είναι ερημίτης, αναχωρητής στο Σχηματάρι, σώματι ερημίτης αλλά απολύτως όχι ψυχή και συνειδήσει αφού τα κύρια χαρακτηριστικά της τέχνης του είναι το ρωμαλέο και το ορμητικό που, πηγαία αυτά, συνταιριάζονται με την ευγένεια και την απλότητα κατά τρόπο θαυμάσιο. Το ρωμαλέο στοιχείο στα έργα του Γεωργίου είναι ατόφιο και γυμνό, χωρίς ωμότητα, αιχμηρή αγριότητα και το ορμητικό που προκαλεί στον θεατή ψυχική ανάταση, δεν είναι αχαλίνωτο ή ασυγκράτητο. Και τα δύο τα καλύπτει διάχυτη ευγένεια και τούτο επειδή ο κατά το σώμα μόνο αναχωρητής του Σχηματαρίου, υψώνει τη προσευχή του αυτή στους μεγάλους θεούς της δημιουργίας, του έρωτα και της Νέμεσις, τη «κυανώπι θεά θυγατέρα του Δία» που εχθρεύεται την υπερβολή και προστατεύει τους βροτούς από τον κόρο, την αηδία.
Από τα έργα του Χρήστου Γεωργίου λείπει εντελώς ένα στοιχείο που, πολύ συχνά, στην σύγχρονη εποχή, αμαυρώνει την παρουσία του έργου τέχνης. Η χυδαιότητα και το αγοραίο. Σχεδόν στρατολογία είναι να αναφερθεί αυτό αφού η ευγένεια και η ρώμη κυριαρχούν στο έργο του καλλιτέχνη. Επιμένω ιδιαίτερα στα δύο αυτά στοιχεία του, που σε πρώτη όψη, φαίνονται πολέμια και αντιμαχόμενα και όμως είναι, κατά ορισμό, εξόχως επάλληλα αν ο καλλιτέχνης είναι φορεύς τους.
Αναρωτήθηκα, βλέποντας αρκετά έργα του Γεωργίου, που προβάλλουν, έντονα γεννητικά όργανα, γιατί δε σκανδαλίζουν τον θεατή, δε τον αηδιάζουν, ούτε τον ενοχλούν. Θαρρώ πως βρήκα την απάντηση στο ότι αυτά τα συμπλέγματα βρίσκονται σοφά συνδυασμένα σε συμπλέγματα έτσι ώστε να τους προσθέτουν, με τρόπο κάθε άλλο παρά έντονο, τόσο συμβολισμό όσος μόνο χρειάζεται για να μην υπάρχει ως κατάληξη το αποκρουστικό και χυδαίο.
Δεν θα έλεγα ότι ο εξαιρετικά πετυχημένος αυτός τρόπος του Γεωργίου είναι «κατόρθωμα» του, γιατί έτσι θα υπονοούσα ότι είναι ηθελημένος, αποτέλεσμα μιας εξαιρετικά σοφής τεχνικής.
Νομίζω αντίθετα ότι το «κατόρθωμα» είναι φυσικό, πηγαίο, δεν έχει ανάγκη από ανάλυση ή εξήγηση, «είναι».
Ο Χρήστος Γεωργίου έχει εκθέσει πολλές φορές τόσο σε ομαδικές όσο και σε ατομικές εκθέσεις. Στη τωρινή έκθεσή του πρωτοτυπεί κατά το εξής: παρουσιάζει μερικές προσωπογραφίες μεγάλων καλλιτεχνών (Θεοτοκόπουλο, Ρέμπραντ, Βαν Γκογκ…) που θα της χαρακτηρίσω ως γλυπτά σκαριφήματα. Μικρής διαστάσεως, τα σκαριφήματα προσωπογραφίες δεν φιλοδοξούν να παραστήσουν πιστά τους εικονιζόμενους επειδή ο Γεωργίου δεν επεδίωξε την ομοιότητα αλλά τον τονισμό ενός χαρακτηριστικού στοιχείου του έργου που «απομιμείται»
Εύκολα αναγνωρίζει ο θεατής τον Ρέμπραντ στην αυτοπροσωπογραφία του, που προδίδει το σκουφί του.
Αναγνωρίζεται αμέσως ο Θεοτοκόπουλος με τα μεγάλα εκστατικά μάτια και ο Βαν Γκογκ με τα παχιά φρύδια. Εδώ ο Γεωργίου είναι φανερό πως έχει παίξει, τον διασκέδασε η ιδέα να δοκιμάσει αυτό το είδος, το γλυπτό σκαρίφημα. Το πέτυχε απολύτως.
Έχω χρέος να προσθέσω ότι η απόφαση αυτή του Χρήστου Γεωργίου να παρουσιάσει τα σκαριφήματα αυτά με ικανοποίησε βαθιά, προσθέτουν στην αυστηρή και τυραννισμένη από την αναζήτηση μορφή του καλλιτέχνη, ένα απλό λακκάκι, σημείο της απαραίτητης ανάπαυλας που επιτρέπει στον καλλιτέχνη να πάρει βαθιά αναπνοή για να συνεχίσει, χωρίς κάμψη την δύσκολη ατέρμονα πορεία.


Άγγελος Σ. Βλάχος"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου